«Μην εμπιστεύεστε στιγμή την τηλεόραση»
Neil Postman
Συνέντευξη: Θανάσης Λάλας
Πιθανός πρόλογος
Ξαφνικά η κουβέντα για τον ρόλο της τηλεόρασης ξαναφούντωσε. Συμπτωματικά, η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος γι’ αυτό το μέσο προέκυψε στα εικοσάχρονα της ντόπιας ιδιωτικής τηλεόρασης και μας θύμισε πόσον καιρό είμαστε στο ίδιο έργο θεατές. Φυσικά, δεν έχετε ξεχάσει τι βλέπουμε εδώ και δύο δεκαετίες στην οθόνη του σπιτιού μας… Κοινωνικές σειρές με χάρτινες υπάρξεις που ντύνονται, μιλούν και ενεργούν αφύσικα. Κουτσομπολίστικες και ψευτοανθρωπιστικές εκπομπές που κατασπαράζουν περιθωριακούς, δυστυχισμένους και ελαφρόμυαλους. Νυχτερινά δελτία που δοξάζουν τη βαβούρα, τη μονομέρεια, την αποσπασματικότητα. Φαρισαίους σχολιαστές που συσκοτίζουν ήδη φιλτραρισμένες ειδήσεις και εξυμνούν όποιον τους χαρτζιλικώνει. Αισχρούς πολιτικάντηδες που εξακοντίζουν φτηνές ειρωνείες, απαγγέλουν παιδαριώδεις εκθέσεις ιδεών και λατρεύουν τη στρεψοδικία. Όλα αυτά, πάντως, μπορεί να είναι σύμφυτα με την τηλεόραση. Τουλάχιστον έτσι πίστευε ο μακαρίτης Νιλ Πόστμαν, ο αμερικανός θεωρητικός που συνέχισε το έργο του Μακ Λούαν, αντιτάχθηκε με πάθος στις ισοπεδωτικές πρακτικές των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας και αναλώθηκε για την αποκωδικοποίησή τους. Είχα την τύχη να τον συναντήσω τον Μάιο του 2001. Τώρα, οκτώ χρόνια μετά, ιδού ένα μίνι πορτρέτο της τηλεόρασης φτιαγμένο από τα λόγια του μεγαλύτερου εχθρού της
Μότο 1: «Κάθε φορά που βλέπετε ειδήσεις στην τηλεόραση, αναρωτηθείτε σε ποιον ανήκει το κανάλι που παρακολουθείτε. Επίσης, προσπαθήστε να καταλάβετε τι διάθεση θα ήθελε ο κάθε καναλάρχης να έχετε»
Μότο 2: «Τους τηλεπαρουσιαστές οι τηλεθεατές απλώς τους αναγνωρίζουν. Διότι καλός στην τηλεόραση είναι όποιος καταφέρνει να δείχνει ακίνδυνος, χωρίς άποψη, χωρίς επικίνδυνα ελαττώματα»
Βιογραφικό
Ο Νιλ Πόστμαν (1931-2003) ήταν νεοϋορκέζος θεωρητικός των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, ιστορικός του πολιτισμού, μέγας πολέμιος της τηλεόρασης και συνεχιστής του πρωτοπόρου επικοινωνιολόγου Μάρσαλ Μακ Λούαν. Το 1953 αποφοίτησε από το παιδαγωγικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και το 1958 πήρε διδακτορικό δίπλωμα στο ίδιο αντικείμενο από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Το 1959 άρχισε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και το 1961 εξέδωσε το πρώτο βιβλίο του «Η τηλεόραση και η διδασκαλία της αγγλικής». Το 1982 ολοκλήρωσε το έργο «Η εξαφάνιση της παιδικής ηλικίας» και το 1985 την πολυσέλιδη αντιτηλεοπτική πολεμική «Διασκέδαση μέχρι θανάτου», η οποία του χάρισε παγκόσμια φήμη και έμελλε να πουληθεί σε περισσότερα από 200.000 αντίτυπα. Στη συνέχεια προχώρησε τη φιλοσοφική σκέψη του με δοκίμια όπως το «Τεχνοπωλείο» (1992) και το «Τέλος της εκπαίδευσης» (1995). Συνολικά έγραψε 18 βιβλία και περισσότερα από 200 επιστημονικά και κριτικά άρθρα. Πάντα στεκόταν με δυσπιστία απέναντι στις νέες τεχνολογίες και τη φανέρωνε με φράσεις όπως: «Αν οι μαθητές πάρουν γερή εκπαίδευση επάνω στην ιστορία, στον κοινωνικό αντίκτυπο και στον ψυχολογικό ρόλο της τεχνολογίας, τότε μπορεί να γίνουν ενήλικες που θα χρησιμοποιούν την τεχνολογία και δεν θα χρησιμοποιούνται απ’ αυτή».
Links:www.neilpostman.org> www.bigbrother.net/~mugwump/Postman> www.preservenet.com/theory/Postman.html
Info: Βιβλία του Νιλ Πόστμαν που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά: «Διασκέδαση μέχρι θανάτου / Ο δημόσιος λόγος την εποχή του θεάματος» (εκδόσεις Δρομέας), «Τεχνοπωλείο / Υποταγή του πολιτισμού στην τεχνολογία» (εκδόσεις Καστανιώτη), «Η πυξίδα του μέλλοντος» (εκδόσεις Καστανιώτη)
Η TV δεν σηκώνει στρωτά μυαλά
«Πιστεύω ότι σε κάποιον βαθμό ζούμε σε μια δικτατορία των ΜΜΕ. Ειδικά η τηλεόραση έχει αποκτήσει τεράστια δύναμη και μπορεί να λέει στους ανθρώπους τι πρέπει να πιστεύουν και τι όχι. Σήμερα λοιπόν αυτή η δικτατορία των ΜΜΕ προσπαθεί να περιθωριοποιήσει και να γελοιοποιήσει τους διανοούμενους που κάνουν κριτική· προσπαθεί να γελοιοποιήσει τη σκέψη. Σκεφτείτε μια πολιτική ή άλλη συζήτηση στην τηλεόραση. Ο παρουσιαστής επιδιώκει τη σύρραξη μεταξύ των συνομιλητών και αμέσως αντιδρά στην οργανωμένη σκέψη όποτε αυτή πάει να διατυπωθεί. Δεν επιτρέπει σε κανέναν να μιλήσει πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα, ώστε για να μην κάνει κοιλιά το πρόγραμμα! Όμως πώς μπορεί να διατυπωθεί μια σοβαρή σκέψη σε τριάντα δευτερόλεπτα; Αυτό είναι αδύνατον. Έτσι το μόνο που μας μένει από αυτές τις συζητήσεις είναι η διαμάχη. Τίποτε άλλο το ουσιαστικό. Στην τηλεόραση δεν παράγεται σκέψη. Γι’ αυτό στην τηλεόραση θανατώνεται η ουσία. Τίποτε το ουσιαστικό δεν λέγεται, τίποτε το ουσιαστικό δεν γίνεται στην τηλεόραση. Η τηλεόραση είναι τόσο δημοφιλής επειδή δεν ανησυχεί κανέναν, διότι μας βοηθάει να διατηρούμαστε απαθείς, να σκοτώνουμε τον χρόνο μας».
Η TV έχει λιγοστό ποιοτικό πρόγραμμα
«Παρακολουθώ πολύ τηλεόραση – κυρίως τα αθλητικά, παλιές ταινίες και μερικά ιδιαίτερα γεγονότα που συμβαίνουν και αξίζει τον κόπο να τα παρακολουθήσει κάποιος. Όποτε όμως η τηλεόραση προσπαθεί να το παίξει σοβαρή, εγώ κάθε άλλο παρά στα σοβαρά την παίρνω. Διότι ξέρω ότι αυτό που κυρίως την αφορά ¬–τουλάχιστον την αμερικανική– είναι να πουλήσει κοινό στους διαφημιστές. Αυτή είναι η βασική δουλειά της. Βέβαια, μια στο τόσο η τηλεόραση δείχνει και κάτι πραγματικά σημαντικό – μια δολοφονία, έναν σεισμό. Είναι καλό μέσο για τέτοιες περιπτώσεις, αλλά όλα αυτά δεν είναι πρωταρχικό της μέλημα. Από τη στιγμή πάντως που το γνωρίζει αυτό ένας τηλεθεατής, μπορεί να παρακολουθεί άφοβα τηλεόραση – ενίοτε μάλιστα να την απολαμβάνει κιόλας. Προσωπικά αρέσει και σ’ εμένα να παρακολουθώ τηλεόραση, αλλά σπανίως βλέπω ειδήσεις, διότι ακόμη και μέσα από αυτές οι τηλεάνθρωποι προσπαθούν να πουλήσουν τηλεθεατές στους διαφημιστές. Στο ίδιο κόλπο είναι και οι εφημερίδες. Μόνο που αυτές πουλάνε αναγνώστες. Αν και οι εφημερίδες έχουν άλλη παράδοση. Γι’ αυτό ένα καλό ρεπορτάζ εφημερίδας το εμπιστεύομαι πολύ περισσότερο από τις ειδήσεις στην τηλεόραση».
Η TV νικιέται από θεατές με αντισώματα
«Κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις στην τηλεόραση, θέτω στον εαυτό μου το ερώτημα σε ποιον ανήκει ο τηλεοπτικός σταθμός που παρακολουθώ. Είτε πρόκειται για τον Ρούπερτ Μέρντοχ είτε για τα στελέχη της Time Warner, προσπαθώ να θυμάμαι τι θα ήθελε ο καθένας από τους ιδιοκτήτες να πιστεύω για τα πράγματα και τον κόσμο. Επίσης, προσπαθώ να καταλάβω τι διάθεση θα ήθελε ο καθένας απ’ αυτούς να έχω. Αν και ξέρω ότι όλοι θα ήθελαν το ίδιο: να έχω δηλαδή τη διάθεση που θα μου επιτρέψει να δώσω προσοχή και σημασία στις διαφημίσεις που θα μου δείξουν. Ακόμη λοιπόν κι αν έγινε ένας σεισμός, ξέρω ότι μερικοί άνθρωποι δεν θέλουν να ανησυχήσω πάρα πολύ. Διότι αν ανησυχήσω, δεν θα μπορέσουν να μου πουλήσουν ούτε το καινούργιο αυτοκίνητο ούτε καν μία σοκολάτα για το διάλειμμα από τη δουλειά μου. Ο άνθρωπος που ανησυχεί για έναν σεισμό δεν είναι δυνατόν να ενδιαφερθεί για τα δημητριακά που θα του δείξεις την αμέσως επόμενη στιγμή. Οι ιδιοκτήτες των καναλιών μάς θέλουν ήσυχους και χαζοχαρούμενους, ώστε να είμαστε δεκτικοί στις διαφημίσεις τους. Όλα αυτά τα γνωρίζω πολύ καλά, όπως είμαι σίγουρος ότι τα γνωρίζετε και εσείς. Γι’ αυτό πιστεύω ότι τα παιδιά θα έπρεπε από μικρή ηλικία να διδάσκονται στο σχολείο πώς να κρατούν κριτική στάση απέναντι στην τηλεόραση και στον Τύπο. Κοντολογίς, επειδή γνωρίζω ότι κάθε ιδιοκτήτης ΜΜΕ έχει τις δικές του απόψεις, ποτέ δεν αντιμετωπίζω αυτά που διαβάζω στην εφημερίδα ή που βλέπω στην τηλεόραση ως ειδήσεις. Ξέρω ότι υπάρχει από πίσω κάποιος που έχει τους λόγους του να μου επιστήσει την προσοχή στο συγκεκριμένο πράγμα που διαβάζω ή ακούω. Παρ’ όλα αυτά εμπιστεύομαι τους New York Times και τους ιδιοκτήτες τους περισσότερο απ’ ό,τι εμπιστεύομαι τα κανάλια Fox TV και NBC».
Η TV σερβίρει τις διαφημίσεις ως καλές ειδήσεις
«Φαινομενικά η τηλεόραση δείχνει μόνο κακές ειδήσεις. Αυτό είναι όμως τέχνασμα. Η τηλεόραση δεν δείχνει μόνο κακές ειδήσεις• οι καλές ειδήσεις της είναι οι διαφημίσεις. Σου λένε, για παράδειγμα, ότι έγινε σεισμός στην Αθήνα, ότι ξέσπασαν ταραχές στη Βηρυτό. Έπειτα ακολουθεί ωστόσο κάτι ευχάριστο: “Μπορείτε να ταξιδέψετε στην Αργεντινή με πέντε δολάρια λιγότερο και πληρώνοντας σε 24 δόσεις” ή “Αγοράστε τη νέα σοκολάτα που σας κάνει να νιώθετε τη γλύκα της ζωής” ή “Δοκιμάστε τη νέα λιχουδιά στα McDonald’s και ταξιδέψτε για λίγο στον παράδεισο της γευστικής απόλαυσης”. Με άλλα λόγια, η τηλεόραση μας δίνει μια μελετημένη ποσότητα ανησυχίας, προκειμένου να νιώσουμε ακόμη πιο ευτυχισμένοι με το γεγονός ότι μπορούμε να παραμένουμε καταναλωτές όταν κάπου αλλού έχουν καταρρεύσει τα σουπερμάρκετ ή οι άνθρωποι δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι τους επειδή οι βόμβες πέφτουν σαν το χαλάζι. Οι κακές ειδήσεις υπάρχουν απλώς για να τραβήξουν το ενδιαφέρον μας και να μας προετοιμάσουν για τις “καλές”, δηλαδή τις ρεκλάμες. Επιπλέον, οι κακές ειδήσεις ελέγχονται πάρα πολύ προσεκτικά. Ακόμη κι αν έγινε σεισμός στο Περού με 3.000 νεκρούς, τα κανάλια δεν θα σου μεταφέρουν την είδηση με λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να σε κάνουν να στενοχωρηθείς ή να μελαγχολήσεις. Διότι αν μελαγχολήσεις, δεν θα σε νοιάζει πλέον να καταναλώσεις αυτοκίνητα ή δημητριακά. 60 δευτερόλεπτα για τον σεισμό στο Περού είναι λοιπόν αρκετά. “3.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους...”, αλλά ως εκεί. Αρκετά. Προχωράμε τώρα στο επόμενο θέμα. “Οι νέες σερβιέτες βοηθούν τη δραστήρια γυναίκα να κινείται όλη μέρα με άνεση. Δεν χρειάζεται να γυρίσετε στο σπίτι σας το μεσημέρι. Η απορροφητικότητα της νέας σερβιέτας σάς εξασφαλίζει καθαριότητα και κέρδος χρόνου”. Ξέρετε, στην Αμερική υπάρχει μια θεωρία που αναφέρεται πια ως ανέκδοτο· αυτή η θεωρία μπορεί να συμπυκνωθεί στη φράση: “Νικητής είναι αυτός που θα πεθάνει με τα περισσότερα παιχνίδια”. Αν λοιπόν πιστέψουμε ότι η ζωή αξίζει μόνο όταν μπορούμε να αγοράζουμε ή να διατηρούμε όλο και περισσότερα πράγματα, τότε η τηλεόραση θα έχει κάνει τέλεια τη δουλειά της».
Η TV δαιμονοποιεί κράτη και ηγέτες
«Η συντεταγμένη πολιτεία έχει κι αυτή τη δική της άποψη για το ποιο νόημα της ζωής πρέπει να προβάλλεται από τα ΜΜΕ. Μόνο που στην περίπτωση της πολιτείας αυτό το νόημα της ζωής δεν είναι πάντα το ίδιο· μεταβάλλεται αναλόγως με το τι συμφέρει την πολιτεία. Το ενδιαφέρον των ΜΜΕ είναι μονίμως το ίδιο: πώς θα πουλήσουν κοινό στους διαφημιστές. Από την άλλη, κατά καιρούς η πολιτεία θέλει ο λαός να μισεί κάποιους λαούς με διαφορετική κουλτούρα. Όταν εγώ ήμουν μικρό παιδί, η πολιτεία μάς δίδασκε ότι έπρεπε να μισούμε τους Γερμανούς, τους Ιάπωνες και λίγο τους Ιταλούς. Τότε οι Ρώσοι ήταν φίλοι μας. Μετά άρχισε ο Ψυχρός Πόλεμος και η πολιτεία άρχισε να μας λέει ότι είναι καλοί οι Γερμανοί, οι Ιάπωνες και οι Ιταλοί. Οι Ρώσοι και οι Κινέζοι, αντίθετα, έγιναν ξαφνικά κακοί. Αργότερα, όταν πια μεγάλωσα, οι Κινέζοι ξανάγιναν καλοί! Άρα η πολιτεία έχει τα δικά της ξεχωριστά ενδιαφέροντα για την τηλεόραση και για τα ΜΜΕ συνολικά».
Η TV ευνοεί πολιτικούς που έχουν ταλέντο πλασιέ
«Ο Μπιλ Κλίντον ήταν ο τέλειος τηλεοπτικός ηγέτης. Τον έβλεπες και έλεγες: “Πω πω, φοβερός τύπος”. Όμως η διαφορά μεταξύ τηλεοπτικής εικόνας και πραγματικότητας είναι σοβαρό πρόβλημα. Η τηλεόραση έχει την εξής δυνατότητα: έναν πανέξυπνο τον κάνει να φαίνεται ανίκανος και ηλίθιος· έναν ηλίθιο τον δείχνει ικανότατο και ευφυέστατο. Ο 27ος πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν 160-170 κιλά. Σήμερα δεν θα μπορούσε να εκλεγεί σε καμία περίπτωση – φανταστείτε πώς θα έδειχνε στην τηλεόραση! Αυτό είναι λοιπόν πρόβλημα, και μάλιστα σοβαρό: τις περισσότερες φορές ψηφίζουμε μόνο την εικόνα κάποιου, την εικόνα που μας δείχνει η τηλεόραση. Οπότε, αν κάποιος γράφει καλά στον φακό, αυτομάτως κερδίζει πόντους. Κι ας μην ξέρουμε τίποτε άλλο γι’ αυτόν. Σε λίγο οι πολιτικοί ηγέτες θα είναι επιτυχημένοι παρουσιαστές ειδήσεων και σταρ με θητεία στις σαπουνόπερες. Δεν είμαστε μακριά από την εποχή που οι εισηγήσεις για προεδρικούς υποψήφιους θα γίνονται από ανθρώπους όπως ο Ντέιβιντ Λέτερμαν και ο Λάρι Κινγκ. Και να σκεφτείτε ότι αυτούς τους ανθρώπους οι τηλεθεατές δεν τους γνωρίζουν, απλώς τους αναγνωρίζουν. Διότι καλός στην τηλεόραση είναι εκείνος που καταφέρνει με μαεστρία να δείχνει ακίνδυνος, χωρίς άποψη, χωρίς επικίνδυνα ελαττώματα».
Η TV εκπαιδεύει του τυράννους του μέλλοντος
«Μπορεί να ξέρουμε ήδη πάρα πολλά γύρω από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, αλλά ο πολιτισμός μας εξακολουθεί να έχει ως επίκεντρο την τηλεόραση. Ο Μάρσαλ Μακ Λούαν είπε ότι άνθρωποι σαν τον Αδόλφο Χίτλερ δεν θα είχαν πετύχει αν στην εποχή τους υπήρχε η τηλεόραση. Ο Χίτλερ ήταν ευερέθιστος, ήταν άνθρωπος που παρασυρόταν εύκολα από το συναίσθημα· η τηλεόραση θέλει ψυχραιμία, ήπιους τόνους. Επιπλέον, ο Μακ Λούαν υποστήριξε ότι οι τύραννοι του μέλλοντος δεν θα είναι τόσο έντονοι στις αντιδράσεις τους, αλλά θα είναι άνθρωποι με ψυχραιμία. Όπως είπε, οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι αυτοί που θα μπορούν να λένε την πιο σκληρή είδηση απαθείς και μερικές φορές με ένα κάποιο χαμόγελο στα χείλη. Εγώ θα συμπλήρωνα ότι οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι πιο επικίνδυνοι, διότι θα είναι οι ηλίθιοι της τηλεόρασης που σερβίρουν ό,τι φαγητά ετοιμάζουν τα αφεντικά τους ή θα είναι οι νικητές τηλεπαιχνιδιών όπως ο “Μεγάλος αδελφός”. Για μένα οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι άνθρωποι που δεν θα μπορούν να διακρίνουν το ιδιωτικό από το δημόσιο, άνθρωποι που θα παριστάνουν ότι απογυμνώνονται με ευκολία, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερους τηλεθεατές».
Η TV είναι αμερικανικό υπερόπλο
«Η τηλεόραση πηγαίνει χέρι-χέρι με την αγγλική γλώσσα, δηλαδή με το σημαντικότερο όπλο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Οι πάντες σήμερα μιλούν αγγλικά¬ – τουλάχιστον όσοι θέλουν να ανήκουν στη σύγχρονη οικονομική, πολιτική και πολιτισμική κοινότητα. Αν ο μπάρμαν του ξενοδοχείου θέλει να συνεχίσει να έχει δουλειά, πρέπει οπωσδήποτε να μάθει να μιλάει αγγλικά. Σε όποια χώρα του κόσμου και αν πάει κάποιος, βλέπει τον τεράστιο αντίκτυπο που έχει η διάδοση της αγγλικής γλώσσας. Επιπλέον, όσο οι άνθρωποι αφομοιώνουν την αγγλική γλώσσα τόσο περισσότερο αμερικανοποιούνται. Για παράδειγμα, όταν μια φορά πήγα στο Άμστερνταμ, σε έναν από τους πολυχώρους με τις πολλές κινηματογραφικές αίθουσες παίζονταν επτά αμερικανικές ταινίες και μόνο μία γερμανική. Τη δε τελευταία δεν πήγαινε κανένας να δει. Άρα μπορούν να ειπωθούν τα εξής. Οι Άγγλοι πρώτα έστελναν το ναυτικό τους, έπειτα τον στρατό τους, μετά εκείνους που θα διοικούσαν, κατόπιν εγκαθιστούσαν το εκπαιδευτικό τους σύστημα και με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να κατακτήσουν τον κόσμο. Οι Αμερικανοί βρήκαν όμως καλύτερο τρόπο: κυρίως στέλνουν τις ταινίες τους, τα τηλεοπτικά τους προγράμματα και την αγγλική γλώσσα».
Συνέντευξη: Θανάσης Λάλας
Πιθανός πρόλογος
Ξαφνικά η κουβέντα για τον ρόλο της τηλεόρασης ξαναφούντωσε. Συμπτωματικά, η αναζωπύρωση του ενδιαφέροντος γι’ αυτό το μέσο προέκυψε στα εικοσάχρονα της ντόπιας ιδιωτικής τηλεόρασης και μας θύμισε πόσον καιρό είμαστε στο ίδιο έργο θεατές. Φυσικά, δεν έχετε ξεχάσει τι βλέπουμε εδώ και δύο δεκαετίες στην οθόνη του σπιτιού μας… Κοινωνικές σειρές με χάρτινες υπάρξεις που ντύνονται, μιλούν και ενεργούν αφύσικα. Κουτσομπολίστικες και ψευτοανθρωπιστικές εκπομπές που κατασπαράζουν περιθωριακούς, δυστυχισμένους και ελαφρόμυαλους. Νυχτερινά δελτία που δοξάζουν τη βαβούρα, τη μονομέρεια, την αποσπασματικότητα. Φαρισαίους σχολιαστές που συσκοτίζουν ήδη φιλτραρισμένες ειδήσεις και εξυμνούν όποιον τους χαρτζιλικώνει. Αισχρούς πολιτικάντηδες που εξακοντίζουν φτηνές ειρωνείες, απαγγέλουν παιδαριώδεις εκθέσεις ιδεών και λατρεύουν τη στρεψοδικία. Όλα αυτά, πάντως, μπορεί να είναι σύμφυτα με την τηλεόραση. Τουλάχιστον έτσι πίστευε ο μακαρίτης Νιλ Πόστμαν, ο αμερικανός θεωρητικός που συνέχισε το έργο του Μακ Λούαν, αντιτάχθηκε με πάθος στις ισοπεδωτικές πρακτικές των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας και αναλώθηκε για την αποκωδικοποίησή τους. Είχα την τύχη να τον συναντήσω τον Μάιο του 2001. Τώρα, οκτώ χρόνια μετά, ιδού ένα μίνι πορτρέτο της τηλεόρασης φτιαγμένο από τα λόγια του μεγαλύτερου εχθρού της
Μότο 1: «Κάθε φορά που βλέπετε ειδήσεις στην τηλεόραση, αναρωτηθείτε σε ποιον ανήκει το κανάλι που παρακολουθείτε. Επίσης, προσπαθήστε να καταλάβετε τι διάθεση θα ήθελε ο κάθε καναλάρχης να έχετε»
Μότο 2: «Τους τηλεπαρουσιαστές οι τηλεθεατές απλώς τους αναγνωρίζουν. Διότι καλός στην τηλεόραση είναι όποιος καταφέρνει να δείχνει ακίνδυνος, χωρίς άποψη, χωρίς επικίνδυνα ελαττώματα»
Βιογραφικό
Ο Νιλ Πόστμαν (1931-2003) ήταν νεοϋορκέζος θεωρητικός των Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας, ιστορικός του πολιτισμού, μέγας πολέμιος της τηλεόρασης και συνεχιστής του πρωτοπόρου επικοινωνιολόγου Μάρσαλ Μακ Λούαν. Το 1953 αποφοίτησε από το παιδαγωγικό τμήμα του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης και το 1958 πήρε διδακτορικό δίπλωμα στο ίδιο αντικείμενο από το Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Το 1959 άρχισε να διδάσκει στο Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης και το 1961 εξέδωσε το πρώτο βιβλίο του «Η τηλεόραση και η διδασκαλία της αγγλικής». Το 1982 ολοκλήρωσε το έργο «Η εξαφάνιση της παιδικής ηλικίας» και το 1985 την πολυσέλιδη αντιτηλεοπτική πολεμική «Διασκέδαση μέχρι θανάτου», η οποία του χάρισε παγκόσμια φήμη και έμελλε να πουληθεί σε περισσότερα από 200.000 αντίτυπα. Στη συνέχεια προχώρησε τη φιλοσοφική σκέψη του με δοκίμια όπως το «Τεχνοπωλείο» (1992) και το «Τέλος της εκπαίδευσης» (1995). Συνολικά έγραψε 18 βιβλία και περισσότερα από 200 επιστημονικά και κριτικά άρθρα. Πάντα στεκόταν με δυσπιστία απέναντι στις νέες τεχνολογίες και τη φανέρωνε με φράσεις όπως: «Αν οι μαθητές πάρουν γερή εκπαίδευση επάνω στην ιστορία, στον κοινωνικό αντίκτυπο και στον ψυχολογικό ρόλο της τεχνολογίας, τότε μπορεί να γίνουν ενήλικες που θα χρησιμοποιούν την τεχνολογία και δεν θα χρησιμοποιούνται απ’ αυτή».
Links:www.neilpostman.org> www.bigbrother.net/~mugwump/Postman> www.preservenet.com/theory/Postman.html
Info: Βιβλία του Νιλ Πόστμαν που έχουν μεταφραστεί στα ελληνικά: «Διασκέδαση μέχρι θανάτου / Ο δημόσιος λόγος την εποχή του θεάματος» (εκδόσεις Δρομέας), «Τεχνοπωλείο / Υποταγή του πολιτισμού στην τεχνολογία» (εκδόσεις Καστανιώτη), «Η πυξίδα του μέλλοντος» (εκδόσεις Καστανιώτη)
Η TV δεν σηκώνει στρωτά μυαλά
«Πιστεύω ότι σε κάποιον βαθμό ζούμε σε μια δικτατορία των ΜΜΕ. Ειδικά η τηλεόραση έχει αποκτήσει τεράστια δύναμη και μπορεί να λέει στους ανθρώπους τι πρέπει να πιστεύουν και τι όχι. Σήμερα λοιπόν αυτή η δικτατορία των ΜΜΕ προσπαθεί να περιθωριοποιήσει και να γελοιοποιήσει τους διανοούμενους που κάνουν κριτική· προσπαθεί να γελοιοποιήσει τη σκέψη. Σκεφτείτε μια πολιτική ή άλλη συζήτηση στην τηλεόραση. Ο παρουσιαστής επιδιώκει τη σύρραξη μεταξύ των συνομιλητών και αμέσως αντιδρά στην οργανωμένη σκέψη όποτε αυτή πάει να διατυπωθεί. Δεν επιτρέπει σε κανέναν να μιλήσει πάνω από τριάντα δευτερόλεπτα, ώστε για να μην κάνει κοιλιά το πρόγραμμα! Όμως πώς μπορεί να διατυπωθεί μια σοβαρή σκέψη σε τριάντα δευτερόλεπτα; Αυτό είναι αδύνατον. Έτσι το μόνο που μας μένει από αυτές τις συζητήσεις είναι η διαμάχη. Τίποτε άλλο το ουσιαστικό. Στην τηλεόραση δεν παράγεται σκέψη. Γι’ αυτό στην τηλεόραση θανατώνεται η ουσία. Τίποτε το ουσιαστικό δεν λέγεται, τίποτε το ουσιαστικό δεν γίνεται στην τηλεόραση. Η τηλεόραση είναι τόσο δημοφιλής επειδή δεν ανησυχεί κανέναν, διότι μας βοηθάει να διατηρούμαστε απαθείς, να σκοτώνουμε τον χρόνο μας».
Η TV έχει λιγοστό ποιοτικό πρόγραμμα
«Παρακολουθώ πολύ τηλεόραση – κυρίως τα αθλητικά, παλιές ταινίες και μερικά ιδιαίτερα γεγονότα που συμβαίνουν και αξίζει τον κόπο να τα παρακολουθήσει κάποιος. Όποτε όμως η τηλεόραση προσπαθεί να το παίξει σοβαρή, εγώ κάθε άλλο παρά στα σοβαρά την παίρνω. Διότι ξέρω ότι αυτό που κυρίως την αφορά ¬–τουλάχιστον την αμερικανική– είναι να πουλήσει κοινό στους διαφημιστές. Αυτή είναι η βασική δουλειά της. Βέβαια, μια στο τόσο η τηλεόραση δείχνει και κάτι πραγματικά σημαντικό – μια δολοφονία, έναν σεισμό. Είναι καλό μέσο για τέτοιες περιπτώσεις, αλλά όλα αυτά δεν είναι πρωταρχικό της μέλημα. Από τη στιγμή πάντως που το γνωρίζει αυτό ένας τηλεθεατής, μπορεί να παρακολουθεί άφοβα τηλεόραση – ενίοτε μάλιστα να την απολαμβάνει κιόλας. Προσωπικά αρέσει και σ’ εμένα να παρακολουθώ τηλεόραση, αλλά σπανίως βλέπω ειδήσεις, διότι ακόμη και μέσα από αυτές οι τηλεάνθρωποι προσπαθούν να πουλήσουν τηλεθεατές στους διαφημιστές. Στο ίδιο κόλπο είναι και οι εφημερίδες. Μόνο που αυτές πουλάνε αναγνώστες. Αν και οι εφημερίδες έχουν άλλη παράδοση. Γι’ αυτό ένα καλό ρεπορτάζ εφημερίδας το εμπιστεύομαι πολύ περισσότερο από τις ειδήσεις στην τηλεόραση».
Η TV νικιέται από θεατές με αντισώματα
«Κάθε φορά που βλέπω ειδήσεις στην τηλεόραση, θέτω στον εαυτό μου το ερώτημα σε ποιον ανήκει ο τηλεοπτικός σταθμός που παρακολουθώ. Είτε πρόκειται για τον Ρούπερτ Μέρντοχ είτε για τα στελέχη της Time Warner, προσπαθώ να θυμάμαι τι θα ήθελε ο καθένας από τους ιδιοκτήτες να πιστεύω για τα πράγματα και τον κόσμο. Επίσης, προσπαθώ να καταλάβω τι διάθεση θα ήθελε ο καθένας απ’ αυτούς να έχω. Αν και ξέρω ότι όλοι θα ήθελαν το ίδιο: να έχω δηλαδή τη διάθεση που θα μου επιτρέψει να δώσω προσοχή και σημασία στις διαφημίσεις που θα μου δείξουν. Ακόμη λοιπόν κι αν έγινε ένας σεισμός, ξέρω ότι μερικοί άνθρωποι δεν θέλουν να ανησυχήσω πάρα πολύ. Διότι αν ανησυχήσω, δεν θα μπορέσουν να μου πουλήσουν ούτε το καινούργιο αυτοκίνητο ούτε καν μία σοκολάτα για το διάλειμμα από τη δουλειά μου. Ο άνθρωπος που ανησυχεί για έναν σεισμό δεν είναι δυνατόν να ενδιαφερθεί για τα δημητριακά που θα του δείξεις την αμέσως επόμενη στιγμή. Οι ιδιοκτήτες των καναλιών μάς θέλουν ήσυχους και χαζοχαρούμενους, ώστε να είμαστε δεκτικοί στις διαφημίσεις τους. Όλα αυτά τα γνωρίζω πολύ καλά, όπως είμαι σίγουρος ότι τα γνωρίζετε και εσείς. Γι’ αυτό πιστεύω ότι τα παιδιά θα έπρεπε από μικρή ηλικία να διδάσκονται στο σχολείο πώς να κρατούν κριτική στάση απέναντι στην τηλεόραση και στον Τύπο. Κοντολογίς, επειδή γνωρίζω ότι κάθε ιδιοκτήτης ΜΜΕ έχει τις δικές του απόψεις, ποτέ δεν αντιμετωπίζω αυτά που διαβάζω στην εφημερίδα ή που βλέπω στην τηλεόραση ως ειδήσεις. Ξέρω ότι υπάρχει από πίσω κάποιος που έχει τους λόγους του να μου επιστήσει την προσοχή στο συγκεκριμένο πράγμα που διαβάζω ή ακούω. Παρ’ όλα αυτά εμπιστεύομαι τους New York Times και τους ιδιοκτήτες τους περισσότερο απ’ ό,τι εμπιστεύομαι τα κανάλια Fox TV και NBC».
Η TV σερβίρει τις διαφημίσεις ως καλές ειδήσεις
«Φαινομενικά η τηλεόραση δείχνει μόνο κακές ειδήσεις. Αυτό είναι όμως τέχνασμα. Η τηλεόραση δεν δείχνει μόνο κακές ειδήσεις• οι καλές ειδήσεις της είναι οι διαφημίσεις. Σου λένε, για παράδειγμα, ότι έγινε σεισμός στην Αθήνα, ότι ξέσπασαν ταραχές στη Βηρυτό. Έπειτα ακολουθεί ωστόσο κάτι ευχάριστο: “Μπορείτε να ταξιδέψετε στην Αργεντινή με πέντε δολάρια λιγότερο και πληρώνοντας σε 24 δόσεις” ή “Αγοράστε τη νέα σοκολάτα που σας κάνει να νιώθετε τη γλύκα της ζωής” ή “Δοκιμάστε τη νέα λιχουδιά στα McDonald’s και ταξιδέψτε για λίγο στον παράδεισο της γευστικής απόλαυσης”. Με άλλα λόγια, η τηλεόραση μας δίνει μια μελετημένη ποσότητα ανησυχίας, προκειμένου να νιώσουμε ακόμη πιο ευτυχισμένοι με το γεγονός ότι μπορούμε να παραμένουμε καταναλωτές όταν κάπου αλλού έχουν καταρρεύσει τα σουπερμάρκετ ή οι άνθρωποι δεν μπορούν να βγουν από το σπίτι τους επειδή οι βόμβες πέφτουν σαν το χαλάζι. Οι κακές ειδήσεις υπάρχουν απλώς για να τραβήξουν το ενδιαφέρον μας και να μας προετοιμάσουν για τις “καλές”, δηλαδή τις ρεκλάμες. Επιπλέον, οι κακές ειδήσεις ελέγχονται πάρα πολύ προσεκτικά. Ακόμη κι αν έγινε σεισμός στο Περού με 3.000 νεκρούς, τα κανάλια δεν θα σου μεταφέρουν την είδηση με λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να σε κάνουν να στενοχωρηθείς ή να μελαγχολήσεις. Διότι αν μελαγχολήσεις, δεν θα σε νοιάζει πλέον να καταναλώσεις αυτοκίνητα ή δημητριακά. 60 δευτερόλεπτα για τον σεισμό στο Περού είναι λοιπόν αρκετά. “3.000 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους...”, αλλά ως εκεί. Αρκετά. Προχωράμε τώρα στο επόμενο θέμα. “Οι νέες σερβιέτες βοηθούν τη δραστήρια γυναίκα να κινείται όλη μέρα με άνεση. Δεν χρειάζεται να γυρίσετε στο σπίτι σας το μεσημέρι. Η απορροφητικότητα της νέας σερβιέτας σάς εξασφαλίζει καθαριότητα και κέρδος χρόνου”. Ξέρετε, στην Αμερική υπάρχει μια θεωρία που αναφέρεται πια ως ανέκδοτο· αυτή η θεωρία μπορεί να συμπυκνωθεί στη φράση: “Νικητής είναι αυτός που θα πεθάνει με τα περισσότερα παιχνίδια”. Αν λοιπόν πιστέψουμε ότι η ζωή αξίζει μόνο όταν μπορούμε να αγοράζουμε ή να διατηρούμε όλο και περισσότερα πράγματα, τότε η τηλεόραση θα έχει κάνει τέλεια τη δουλειά της».
Η TV δαιμονοποιεί κράτη και ηγέτες
«Η συντεταγμένη πολιτεία έχει κι αυτή τη δική της άποψη για το ποιο νόημα της ζωής πρέπει να προβάλλεται από τα ΜΜΕ. Μόνο που στην περίπτωση της πολιτείας αυτό το νόημα της ζωής δεν είναι πάντα το ίδιο· μεταβάλλεται αναλόγως με το τι συμφέρει την πολιτεία. Το ενδιαφέρον των ΜΜΕ είναι μονίμως το ίδιο: πώς θα πουλήσουν κοινό στους διαφημιστές. Από την άλλη, κατά καιρούς η πολιτεία θέλει ο λαός να μισεί κάποιους λαούς με διαφορετική κουλτούρα. Όταν εγώ ήμουν μικρό παιδί, η πολιτεία μάς δίδασκε ότι έπρεπε να μισούμε τους Γερμανούς, τους Ιάπωνες και λίγο τους Ιταλούς. Τότε οι Ρώσοι ήταν φίλοι μας. Μετά άρχισε ο Ψυχρός Πόλεμος και η πολιτεία άρχισε να μας λέει ότι είναι καλοί οι Γερμανοί, οι Ιάπωνες και οι Ιταλοί. Οι Ρώσοι και οι Κινέζοι, αντίθετα, έγιναν ξαφνικά κακοί. Αργότερα, όταν πια μεγάλωσα, οι Κινέζοι ξανάγιναν καλοί! Άρα η πολιτεία έχει τα δικά της ξεχωριστά ενδιαφέροντα για την τηλεόραση και για τα ΜΜΕ συνολικά».
Η TV ευνοεί πολιτικούς που έχουν ταλέντο πλασιέ
«Ο Μπιλ Κλίντον ήταν ο τέλειος τηλεοπτικός ηγέτης. Τον έβλεπες και έλεγες: “Πω πω, φοβερός τύπος”. Όμως η διαφορά μεταξύ τηλεοπτικής εικόνας και πραγματικότητας είναι σοβαρό πρόβλημα. Η τηλεόραση έχει την εξής δυνατότητα: έναν πανέξυπνο τον κάνει να φαίνεται ανίκανος και ηλίθιος· έναν ηλίθιο τον δείχνει ικανότατο και ευφυέστατο. Ο 27ος πρόεδρος των ΗΠΑ ήταν 160-170 κιλά. Σήμερα δεν θα μπορούσε να εκλεγεί σε καμία περίπτωση – φανταστείτε πώς θα έδειχνε στην τηλεόραση! Αυτό είναι λοιπόν πρόβλημα, και μάλιστα σοβαρό: τις περισσότερες φορές ψηφίζουμε μόνο την εικόνα κάποιου, την εικόνα που μας δείχνει η τηλεόραση. Οπότε, αν κάποιος γράφει καλά στον φακό, αυτομάτως κερδίζει πόντους. Κι ας μην ξέρουμε τίποτε άλλο γι’ αυτόν. Σε λίγο οι πολιτικοί ηγέτες θα είναι επιτυχημένοι παρουσιαστές ειδήσεων και σταρ με θητεία στις σαπουνόπερες. Δεν είμαστε μακριά από την εποχή που οι εισηγήσεις για προεδρικούς υποψήφιους θα γίνονται από ανθρώπους όπως ο Ντέιβιντ Λέτερμαν και ο Λάρι Κινγκ. Και να σκεφτείτε ότι αυτούς τους ανθρώπους οι τηλεθεατές δεν τους γνωρίζουν, απλώς τους αναγνωρίζουν. Διότι καλός στην τηλεόραση είναι εκείνος που καταφέρνει με μαεστρία να δείχνει ακίνδυνος, χωρίς άποψη, χωρίς επικίνδυνα ελαττώματα».
Η TV εκπαιδεύει του τυράννους του μέλλοντος
«Μπορεί να ξέρουμε ήδη πάρα πολλά γύρω από τους ηλεκτρονικούς υπολογιστές, αλλά ο πολιτισμός μας εξακολουθεί να έχει ως επίκεντρο την τηλεόραση. Ο Μάρσαλ Μακ Λούαν είπε ότι άνθρωποι σαν τον Αδόλφο Χίτλερ δεν θα είχαν πετύχει αν στην εποχή τους υπήρχε η τηλεόραση. Ο Χίτλερ ήταν ευερέθιστος, ήταν άνθρωπος που παρασυρόταν εύκολα από το συναίσθημα· η τηλεόραση θέλει ψυχραιμία, ήπιους τόνους. Επιπλέον, ο Μακ Λούαν υποστήριξε ότι οι τύραννοι του μέλλοντος δεν θα είναι τόσο έντονοι στις αντιδράσεις τους, αλλά θα είναι άνθρωποι με ψυχραιμία. Όπως είπε, οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι αυτοί που θα μπορούν να λένε την πιο σκληρή είδηση απαθείς και μερικές φορές με ένα κάποιο χαμόγελο στα χείλη. Εγώ θα συμπλήρωνα ότι οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι πιο επικίνδυνοι, διότι θα είναι οι ηλίθιοι της τηλεόρασης που σερβίρουν ό,τι φαγητά ετοιμάζουν τα αφεντικά τους ή θα είναι οι νικητές τηλεπαιχνιδιών όπως ο “Μεγάλος αδελφός”. Για μένα οι τύραννοι του μέλλοντος θα είναι άνθρωποι που δεν θα μπορούν να διακρίνουν το ιδιωτικό από το δημόσιο, άνθρωποι που θα παριστάνουν ότι απογυμνώνονται με ευκολία, προκειμένου να προσελκύσουν περισσότερους τηλεθεατές».
Η TV είναι αμερικανικό υπερόπλο
«Η τηλεόραση πηγαίνει χέρι-χέρι με την αγγλική γλώσσα, δηλαδή με το σημαντικότερο όπλο του αμερικανικού ιμπεριαλισμού. Οι πάντες σήμερα μιλούν αγγλικά¬ – τουλάχιστον όσοι θέλουν να ανήκουν στη σύγχρονη οικονομική, πολιτική και πολιτισμική κοινότητα. Αν ο μπάρμαν του ξενοδοχείου θέλει να συνεχίσει να έχει δουλειά, πρέπει οπωσδήποτε να μάθει να μιλάει αγγλικά. Σε όποια χώρα του κόσμου και αν πάει κάποιος, βλέπει τον τεράστιο αντίκτυπο που έχει η διάδοση της αγγλικής γλώσσας. Επιπλέον, όσο οι άνθρωποι αφομοιώνουν την αγγλική γλώσσα τόσο περισσότερο αμερικανοποιούνται. Για παράδειγμα, όταν μια φορά πήγα στο Άμστερνταμ, σε έναν από τους πολυχώρους με τις πολλές κινηματογραφικές αίθουσες παίζονταν επτά αμερικανικές ταινίες και μόνο μία γερμανική. Τη δε τελευταία δεν πήγαινε κανένας να δει. Άρα μπορούν να ειπωθούν τα εξής. Οι Άγγλοι πρώτα έστελναν το ναυτικό τους, έπειτα τον στρατό τους, μετά εκείνους που θα διοικούσαν, κατόπιν εγκαθιστούσαν το εκπαιδευτικό τους σύστημα και με αυτόν τον τρόπο κατάφεραν να κατακτήσουν τον κόσμο. Οι Αμερικανοί βρήκαν όμως καλύτερο τρόπο: κυρίως στέλνουν τις ταινίες τους, τα τηλεοπτικά τους προγράμματα και την αγγλική γλώσσα».
Σχόλιο από τον διαχειριστή του blog.
Συνιστώ σ' όλους τους μαθητές να διαβάσουν με προσοχή την παραπάνω συνέντευξη και , αν το επιθυμούν , να στηρίξουν σ' αυτή την επανασταση τους.
1 σχόλια:
Φίλε Ανδρέα έστειλα την παρακάτω επιστολή σε όλους τους αποδέκτες, έγκαιρα. Περίμενα έστω και από ένα, από τους τριακόσιους κάποια απάντηση, εις μάτην όμως, αυτοί φαίνεται να εκτελούν διατεταγμένη υπηρεσία...η περί άλλων τυρβάζουν...
Προς
Την Κυβέρνηση και τη βουλή των Ελλήνων
Αξιότιμοι κύριε Πρωθυπουργέ, κύριοι Υπουργοί, κύριοι βουλευτές,
Θα αρχίσω με το «αιδώς ω Αργείοι».
Ενώ ο «Τιτανικός βουλιάζει», σεις όλοι απεμπολείτε και την τελευταία ευκαιρία που έχουμε να βρούμε χρήματα. Να εισπράξουμε από τους φοροφυγάδες.
Περαίωση! Μαγική λέξη που την εύχονται και την επιδιώκουν οι κάθε μορφής φοροκλέπτες, μπαταξήδες, παλιάνθρωποι που θησαυρίζουν και στερούν την δυνατότητα επιβίωσης από τους πολλούς. Ενώ οι συνεπείς φορολογούμενοι την πατούν για πολλοστή φορά! Και καλούνται να πληρώσουν και καπέλο! (Παράδειγμα, εταιρία εξαγωγική με μόνο 5 ξεκάθαρες εξαγωγές, που το 1990 έκλεισε λόγω ζημίας, 400000δραχμών, μου ζητήσατε περαίωση, το 1995, άκουσον-άκουσον 1500000 δραχ. Σκεφτείτε λοιπόν τι πάτε να κάνετε!) ενώ οι απατεώνες, αν τους ζητούσατε τα ίδια ποσά θα ήταν σούπερ ευχαριστημένοι!!!
Κύριε Πρωθυπουργέ, κύριοι Υπουργοί, κύριοι βουλευτές,
Και ο τελευταίος λογιστάκος γνωρίζει και εισηγείται το κόλπο. «Γράψε στην φορολογική δήλωση, όσα έξοδα θέλεις, χωρίς αποδείξεις». Αν ποτέ, σας γίνει έλεγχος, αν λέμε, σας γίνει έλεγχος, καθαρίζετε με το: «μας συγχωρείτε, δεν το βλέπετε ότι είναι λάθος στην μεταφορά!» και έτσι καθαρίζουν και αντί να πληρώσουν χιλιάδες ευρώ ή και εκατομμύρια, πληρώνουν ελάχιστα, ψίχουλα διότι έλεγχος δεν γίνετε ποτέ! Και αν γίνει το καθαρίζει ο «φίλος» Υπουργός, υπουργικό Γραφείο μα πιο πολύ οι καταπληκτικοί Εφοριακοί μας με το αζημίωτο φυσικά!
Αυτούς τους κλέφτες του κοινού ποινικού δικαίου πάτε να επιβραβεύσετε!!!;
Δεν σώνεται η χώρα με τις κλοπές των μισθών μας! Βλέπετε την ύφεση που προκλήθηκε από τα άστοχα μέτρα που πήρατε. Τα είχε, με μαθηματική ακρίβεια, προβλέψει προεκλογικά ο σημερινός κ. Πρωθυπουργός.
Θέλετε λεφτά; Η άδεια του φορτηγού, του λεωφορείου, του ταξί να κοστίζει και να πληρώνεται στο κράτος για πάντα, ένα σοβαρό ποσό, που το εισπράττει το κράτος και όχι οι αεριτζήδες! Το ποσό ας το καθορίσετε εσείς.
Εισήγηση: Άμεση πρόσληψη εφοριακών και έλεγχος τουλάχιστον σε βάθος 5ετίας! Και νόμος που θα προβλέπει κατάσχεση όλων των περιουσιακών στοιχείων του εφοριακού που θα συλληφθεί να λαδώνεται και καταδίκη σε κάθειρξη! Θα τολμήσει, λέτε, κανείς να «λαδωθεί»!;;;
Αν έχετε πλάι σας, τρεις μόνο, έντιμους ανθρώπους, βάλτε τους να κάνουν επανέλεγχο ελεγμένων υποθέσεων, αν διαπιστώσετε λάδωμα τότε απαντήστε με τον νόμο σας, χωρίς έλεος!
Αφήστε και την δικαιοσύνη να κάνει την δουλειά της.
email: antontr44@gmail.com
Δημοσίευση σχολίου
Εγγραφή σε Σχόλια ανάρτησης [Atom]
<< Αρχική σελίδα